Ιστορία
Η Σιάτιστα είναι νεότερη κωμόπολη και για τον πρώτο συνοικισμό δεν υπάρχει κανένα γραπτό μνημείο που να αναφέρει την κτίση του. Από την παράδοση μόνο γνωρίζουμε ότι στην περιοχή κάλυπταν απέραντα δάση, άρα ήταν περιοχή πλούσια σε βλάστηση που δεν ήταν δυνατό να μείνει ανεκμετάλλευτη από τους βοσκούς της εποχής. Έτσι κοντά στις πηγές “Βρέτος”, “Ψαρά” και “Τσιποτούρα” που σώζονται ασήμαντα ίχνη συνοικισμού, έφτιαξαν οι βοσκοί καλύβες που τις ονόμασαν “καλύβια”, ονομασία που δίνεται συχνά στα χωριά που μένουν τσοπάνηδες.
Ο Δημήτριος Κανατσούλης αναφέρει ότι στη θέση που είναι σήμερα κτισμένη η Σιάτιστα, προϋπήρξε ένας αρχαίος οικισμός, ίσως ελιμιωτικός και ιδρύθηκε μετά την εγκατάσταση των Ελιμιωτών στην κοιλάδα του ποταμού Αλιάκμονα στο μεταίχμιο της Ελιμείας και Ορεστίδας και μάλιστα πάνω σε μια ορεινή διάβαση που συνέδεε τις δύο περιοχές. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγείται από την ανακάλυψη δύο αρχαίων τάφων, ενός στη Γεράνεια και ενός στη Χώρα. Ο δεύτερος περιείχε απολιθωμένους σχεδόν σκελετούς, που ο ένας μάλλον ανήκε σε γυναίκα, κρίνοντας από τα κτερίσματα που βρέθηκαν (ένα περιδέραιο και δύο αγγεία). Δεν ξέρουμε αν αυτού του οικισμού αποτελεί συνέχεια η σημερινή πόλη.
[Επεξεργασία] Κτίση της πόλης
Η κτίση της Σιάτιστας έγινε πιθανόν το 15ο αιώνα, πιθανότατα μετά την τουρκική κατάκτηση και κάτω από περιστάσεις που τις επέβαλλε η ανάγκη και ο φόβος. Στα χρόνια του Σουλτάν Μουράτ του Α΄ οι Τούρκοι Κονιάροι (από την περιοχή του Ικονίου) κυρίευσαν όλη σχεδόν τη Μακεδονία και εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλία και τη ΝΔ. Μακεδονία, κατέλαβαν και τη γόνιμη και εύφορη πεδιάδα των Καραγιανίων (Ξηρολίμνης) και έτσι πολλοί χριστιανοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις περιοχές αυτές και να σκαρφαλώσουν στα βραχώδη υψώματα της Σιάτιστας, μέρος οχυρό, ασφαλές και απόκρυφο για να διαφυλάξουν με κάθε θυσία την πίστη τους, την εθνική τους ταυτότητα και την ελευθερία της συνείδησής τους. Οι κάτοικοι αυτοί εγκαταστάθηκαν αρχικά στην κάτω συνοικία που ονομάζεται μέχρι σήμερα Γεράνεια.
Αλλά και κάτοικοι των γύρω χωριών, όπως το Τσιαρούσινο (Μικρόκαστρο), η Τραπεζίτσα, η Πέλκα (Πελεκάνος), το Παλιόκαστρο, το Έξαρχο, η Σαρακίνα, η Γιάνκοβη, η Τσερβένα, το Πέτροβο κ.ά., μη μπορώντας να αντέξουν τις λεηλασίες και το βίαιο εξισλαμισμό των Κονιάρων και αργότερα των Τουρκαλβανών, κατέφυγαν στα κρησφύγετα της Σιάτιστας, δημιουργώντας το δεύτερο συνοικισμό, τη Χώρα, που όπως φαίνεται και από το όνομά της ήταν εγκατεστημένες οι αρχές της Σιάτιστας.
Σαν αρχαιότερη συνοικία θεωρείται η Γεράνεια, αν κρίνουμε από τον τρόπο που μιλιέται το τοπικό ιδίωμα, το οποίο είναι λιγότερο επηρεασμένο από την κοινή νεοελληνική. Εξάλλου στο συμπέρασμα αυτό μας οδηγεί και η ύπαρξη της αρχαιότερης σωζόμενης εκκλησίας, της Αγίας Παρασκευής.
Μεταξύ των δύο συνοικιών υπήρχε πάντα μία αντιπαλότητα. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια αποτελούσαν δύο ξεχωριστές συνοικίες που οι κάτοικοί τους συχνά έφταναν μέχρι και τον πετροπόλεμο, όπως μου διηγείται ο Δημήτριος Σιάσιος, που κι ο ίδιος πήρε πολλές φορές μέρος στις “μάχες”. Το γνωστό μέχρι τις μέρες μας : “Πήγα στη χώρα γιόμσα ψώρα, πήγα στη Γεράνεια γιόμσα περηφάνια” φανερώνει του λόγου το αληθές. Σήμερα οι δύο συνοικίες έχουν ενωθεί, αποτελώντας την πόλη της Σιάτιστας, αλλά δεν είμαι σίγουρος κατά πόσο έχει εκλείψει εντελώς αυτή η προαιώνια αντιπαλότητα.
Αργότερα, μετά τις καταδιώξεις των Αλβανών το 1612 η Σιάτιστα δέχτηκε και πάλι μετανάστες ιδιαίτερα από την Ήπειρο και τη Θεσσαλία αλλά και από τη Μοσχόπολη, το Σούλι, τη Δάρδα, τη Λάγγα, το Μοριά και αλλού.
Ο πληθυσμός της ήταν αμιγώς ελληνικός, εκτός από τις τουρκικές αρχές που είχαν την έδρα τους στην πόλη, ομιλούνταν πάντα τα ελληνικά και καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της φαίνεται ότι κατείχε κάποια προνόμια.
[Επεξεργασία] Ετυμολογία ονόματος
Από την αποίκισή της μέχρι σήμερα έλαβε κατά σειρά τα τέσσερα ονόματα Καλύβια, Αρμούτ-Κιόι, Φλωροχώρι, Σιάτιστα. Το όνομα "Φλωροχώρι" ήταν επωνυμία χαρακτηριστική του πλούτου που αποκόμισε από το εμπόριο ή και από το έθιμο να κρεμούν οι γυναίκες και τα κορίτσια φλουριά στο στήθος τους, τα οποία άστραφταν όταν χόρευαν στους γάμους και στα γλέντια. Για την ετυμολογία της λέξης "Σιάτιστα" έγιναν και εξακολουθούν να γίνονται πολλές συζητήσεις. Το όνομα της πόλης ετυμολογείται:
από το βλάχικο Siat ή το λατινικό Sitis = δίψα (εξαιτίας της έλλειψης νερού παλιότερα στην πόλη)
από το σλαβικό Setsiam = χωρίζω, κόβω, διαιρώ και της τοπικής κατάληξης –ιστα = Σέτσιστα = πόλη χωρισμένη (από το χωρισμό της Σιάτιστας σε δύο συνοικίες, τη χώρα και τη Γεράνεια)
από το τουρκικό Set = οχυρό (από τη θέση – φρούριο) της πόλης
Άξια προσοχής είναι και η άποψη του καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, κ. Ν. Ψημμένου, που ετυμολογεί το όνομα απ’ τη γερμανική λέξη Σιάτσ-στατ (Schatzstadt = θησαυρούπολη), όπως ονόμαζαν τη Σιάτιστα οι Σιατιστινοί απόδημοι του 17ου αιώνα που επέστρεφαν από την Αυστροουγγαρία. Αυτή την εκδοχή ενισχύουν ίσως και άλλες λέξεις και ονόματα, π.χ. Γκερεχτές (der gerechte), Ρετζέπης, καθώς και η προφορά της λέξης, η οποία είναι Σιάτς-στα ή Σάτς-στα (με δασύ Σ) και οχι Σιά-τι-στα.
[Επεξεργασία] Ανάπτυξη-ακμή της πόλης
Όποια κι αν είναι η σύνθεση του πληθυσμού της Σιάτιστας γεγονός είναι ότι μέσα στο 17ο αιώνα έχει προχωρήσει η αφομοίωση των ετερόκλητων πληθυσμιακών στοιχείων σε τέτοιο βαθμό, ώστε από τα μέσα του αιώνα αυτού να αρχίσει το φούντωμα της μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης της πόλης που θα διαρκέσει μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα. Η οικονομική ανάπτυξη θα στηριχτεί κατά κύριο λόγο στο εμπόριο που διεξήγαγαν οι Σιατιστινοί έμποροι – πραματευτάδες μαζί με τους εμπόρους άλλων μακεδονικών πόλεων όπως η Καστοριά, η Κοζάνη, η Έδεσσα, η Θεσσαλονίκη κ.λ.π. με τη Βενετία στην αρχή και στη συνέχεια με τις χώρες της Βαλκανικής και της Κεντρικής Ευρώπης. Η Βενετία, η Τεργέστη, το Βουκουρέστι, το Βελιγράδι και η Βιέννη ήταν πόλεις οικείες για τους Σιατιστινούς πραματευτάδες.
Τα προϊόντα που μετέφεραν ήταν δέρματα, γουναρικά, κρόκος και βαμβάκι και εισήγαγαν μεταξωτά υφάσματα, κρύσταλλα και πορσελάνες, καθρέφτες με ξύλινες επιχρυσωμένες κορνίζες, κοσμήματα με πολύτιμους λίθους κ.ά. , πολλά από τα οποία σώζονται σήμερα σε διάφορες οικογένειες.
Η μεγάλη ακμή και ο πλούτος, σε συνδυασμό με την αξιόλογη αγωνιστική της δράση, ήταν η αιτία που τέσσερις φορές σε μισό περίπου αιώνα, από το 1784, πολυάριθμες ορδές Τουρκαλβανών έκαναν επιδρομές στην πόλη. Οι επιδρομές αποκρούστηκαν με γενναιότητα από τους κατοίκους που αμύνθηκαν οχυρωμένοι στα αρχοντικά και στις εκκλησίες. Τα σημάδια από τις επιθέσεις αυτές έμειναν τόσο ανεξίτηλα στην ψυχή των Σιατιστινών.
Σημαντική είναι και η συμβολή της Σιάτιστας στον αγώνα του 1821. Η ενεργός ανάμειξή της αρχίζει με το Γεώργιο Παπάζωλη, ο οποίος συνδέθηκε με στενή φιλία με το Γρηγόριο Ορλώφ. Με την υποστήριξή του κατατάχτηκε στο ρωσικό στρατό όπου προάχθηκε σε αξιωματικό. Θερμός πατριώτης και οραματιστής της ελληνικής ελευθερίας μιλά στην αυτοκράτειρα της Ρωσίας, Αικατερίνη για την Ελλάδα και τα δεινά των Ελλήνων. Έτσι το έτος 1770 στέλνεται από την Αικατερίνη Β' της Ρωσίας στην Ελλάδα, για να προπαρασκευάσει την επανάσταση. Ανεξάρτητα από την επιτυχία του έργου του, ο Παπάζωλης υπήρξε πρόδρομος του Ρήγα και των Φιλικών.
Η συμμετοχή της Σιάτιστας στη δράση του Ρήγα Βελεστινλή είναι έκδηλη και ο αριθμός των νεαρών Σιατιστινών που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στο Ρήγα πραγματικά συγκινητικός
Πέμπτη 1 Απριλίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου